Θα πούλαγα τη ψυχή μου στο διαβολο για να περάσω το υπόλοιπο επάνω σε ενα τρενάκι του τρόμου. Τιγκα στην ένταση και τον ενθουσιασμό. Και αν το συνήθιζα; Τότε ο χρόνος στα γρήγορα θα με έσπρωχνε σε κάποια άλλη του πρόοδο. Ατσούμπαλα. Σε ενα καινούριο θελγητρο που δε θα ακούει σε ράγες και προστατεύτηκα κτίσματα. Θα κυλά μες τα σύννεφα, θα μπαίνει σε άλλες διαστάσεις και κόσμους. Και ετσι γέρος-αντί για κάποιο κακόγουστο αστείο- να χαθω σε μια απ τις στροφές του, αιώνια με την αγωνία της ταχύτητας, με το χαμόγελο παγωμένο και την ευχαρίστηση να με γαργαλάει χαμηλά στο στομάχι.
Να σου πω κατι; Θα γλύτωνα ετσι τους χωριάτες που νομίζουν πως μητρόπολη ειναι το μαντρί που κατοικούν και το μαντρί που θα παιθανουν. Θα γλύτωνα ετσι τις διακρίσεις και του διαχωρισμούς. Θα γλίτωνα τη χαζομάρα της βαρύτητας, της υποχρέωσης.
Μετά απο αυτή τη ζωή βέβαια θα με περιμένει ο διαβολος αλλα αυτο ειναι μια άλλη ιστορία.